- αντιπεριλαμβάνω
- ἀντιπεριλαμβάνω (Α)αγκαλιάζω κι εγώ.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἀντιπεριλαμβάνουσαι — ἀντιπεριλαμβάνω embrace in turn pres part act fem nom/voc pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαμβάνω — και λαβαίνω (AM λαμβάνω, Α και λαββάνω, Μ και λαβάνω και λαβαίνω) 1. παίρνω κάτι στα χέρια μου ή πιάνω κάτι με τα χέρια μου και τό κρατώ (α. «λήψῃ δὲ μοσχάριον ἐκ βοῶν ἕν... καὶ ἄρτους ἀζύμους πεφυραμένους ἐν ἐλαίω», ΠΔ β. «χείρεσσι λαβὼν… … Dictionary of Greek
ἀντιπεριελάμβανεν — ἀντιπερϊελάμβανεν , ἀντιπεριλαμβάνω embrace in turn imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)